Οι μέρες που βιώνουμε είναι πρωτόγνωρες για όλους μας. Η έξαρση του κορωνοϊού παγκοσμίως αποτελεί πια μία πανδημία, και οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης λαμβάνουν μία σειρά από σοβαρά δημόσια μέτρα, με στόχο τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού καθώς και την αντιμετώπισή του. Ένα από τα μέτρα που λαμβάνεται σε πολλές περιπτώσεις αποτελεί η καραντίνα.
Ως καραντίνα μπορεί να οριστεί ο περιορισμός μίας μερίδας του πληθυσμού που έχει πιθανώς εκτεθεί σε κάποια μεταδοτική ασθένεια. Αυτός ο όρος διαφέρει από την απομόνωση, η οποία αφορά τον διαχωρισμό των ανθρώπων που ήδη έχουν διαγνωστεί με κάποια μεταδοτική νόσο από τον υγιή πληθυσμό.
Καθώς η καραντίνα έχει ως στόχο ένα πολύ σημαντικό όφελος σε κρίσιμες καταστάσεις, όπως αυτή που διανύουμε, συχνά αποτελεί μία δυσάρεστη εμπειρία για τους ανθρώπους καθώς δεν αποτελεί μια ελεύθερη ατομική επιλογή. Για το λόγο αυτό, μία ομάδα ερευνητών του Τμήματος Ψυχολογικής Ιατρικής του King’s College London μελέτησε τον ψυχολογικό αντίκτυπο που φαίνεται να υπάρχει σε περιπτώσεις καραντίντας και δημοσίευσε τα αποτελέσματα στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet. Συγκεκριμένα επισκοπήθηκαν 24 μελέτες που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια σε 10 χώρες, συμπεριλαβάνοντας συμμετέχοντες που τέθηκαν σε καραντίνα λόγω του SARS, του Ebola, του Η1Ν1, του Αναπνευστικού Συνδρόμου της Μέσης Ανατολής καθώς και της Γρίπης των Ιπποειδών.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, φάνηκε πως η καραντίνα συνδέεται με συμπτώματα μετατραυματικού στρες, άγχους, κατάθλιψης, συναισθηματικής εξάντλησης, ευερεθιστότητας, μειωμένης διάθεσης και αυπνίας. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις φάνηκε πως κάποιες από αυτές τις δυσκολίες είχαν διάρκεια έως και 3 χρόνια μετά το πέρας της καραντίνας. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως μία πολύ μικρή μερίδα των συμμετεχόντων ανέφερε συναισθήματα χαράς και ανακούφισης. Η διάρκεια της καραντίνας, ο φόβος της μόλυνσης – είτε του εαυτού είτε των άλλων – το αίσθημα απογοήτευσης και βαρεμάρας, η έλλειψη προμηθειών, καθώς και η ανεπαρκής ενημέρωση φάνηκε πως αποτελούν στρεσσογόνους παράγοντες κατά τη διάρκεια της καραντίνας. Μετά το πέρας της καραντίνας, οι οικονομικές δυσκολίες αλλά και ο στιγματισμός φάνηκαν πως αποτελούν σημαντικούς στρεσσογόνους παράγοντες.
Τέλος, οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι σε περιπτώσεις όπου η καραντίνα αποτελεί ένα αναγκαίο μέτρο, είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη ότι:
- Η διάρκεια της καραντίνας είναι σημαντική και γι’ αυτό είναι σημαντικό να είναι η μικρότερη δυνατή.
- Η ενημέρωση των ανθρώπων σε καραντίνα λειτουργεί καταλυτικά. Επομένως, είναι σημαντικό να δίνονται επαρκείς και ακριβείς πληροφορίες αναφορικά με την επικείμενη ασθένεια αλλά και τους λόγους της καραντίνας.
- Είναι απαραίτητος ο συντονισμός και η εξασφάλιση προμηθειών για την κάλυψη των βασικών αναγκών των ανθρώπων.
- Οι πρακτικές οδηγίες διαχείρισης άγχους, η ενίσχυση της επικοινωνίας καθώς και η ψυχολογική υποστήριξη των ανθρώπων σε καραντίνα αποτελούν ζητήματα μείζονος σημασίας.
- Οι επαγγελματίες υγείας χρήζουν ιδιαίτερης φροντίδας και υποστήριξης.
- Ο αλτρουισμός είναι πάντα καλύτερος από τον εξαναγκασμό. Για αυτό το λόγο είναι σημαντικό να τονίζεται η αξία που έχει η ατομική συμβολή στην προστασία των ευπαθών ομάδων αλλά και στην ασφάλεια του κοινωνικού συνόλου.
Είναι σημαντικό να τονιστεί πως τα αποτελέσματα της παραπάνω επισκόπησης βασίστηκαν σε μικρά και συγκεκριμένα πληθυσμιακά δείγματα και είναι πιθανό να υπάρχουν πολιτισμικές διαφορές. Για το λόγο αυτό η ερμηνεία των αποτελεσμάτων πρέπει να γίνεται με προσοχή.
Πηγή: Brooks, S. K., Webster, R. K., Smith, L. E., Woodland, L., Wessely, S., Greenberg, N., & Rubin, G. J. (2020). The psychological impact of quarantine and how to reduce it: rapid review of the evidence. The Lancet, 395, 912-920.